Σοβαρότατη παθογένεια η αδιαφάνεια της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών
-
Με αφορμή τον “αιφνιδιασμό” της συμφωνίας “Μερκοσούρ” που συζητιόταν είκοσι χρόνια
Όπως έχουμε ήδη αναρτήσει, έπί 25 χρόνια γίνονταν οι διαραγματεύσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης- Μερκοσούρ, για τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου. Μόλις τον περασμένο Ιανουάριο αντιλήφθηκαν οι δυτικοευρωπαίοι αγρότες ότι τα συμφέροντά τους απειλούνται και κινητοποιήθηκαν. Στην Ελλάδα το πήραν είδηση ακόμα πιο αργά και το ανώτατο συνδικαλιστικό όργανο των αγροτών ΕΘΕΑΣ (Εθνική Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών) εξέφρασε ανησυχίες, σε ανακοίνωση που αναρτήσαμε ολόκληρη και δημοσιεύσαμε στη “Χ”. Εσχάτως, είδαν το φως της δημοσιότητας δημοσιεύματα ότι τα πρώτα επτά χρόνια της εφαρμογής της συμφωνίας ΕΕ – Mercosur, η αποκλειστικότητα της φέτας παραμένει χωρίς κατοχύρωση για την Ελλάδα:
«Η προστασία της γεωγραφικής ένδειξης «Φέτα» δεν εμποδίζει τη συνεχή και παρόμοια χρήση του όρου «Φέτα» από οποιοδήποτε πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των διαδόχων και εκδοχέων τους, για μέγιστο χρονικό διάστημα 7 ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας έχουν χρησιμοποιήσει την εν λόγω γεωγραφική ένδειξη κατά τρόπο συνεχή όσον αφορά τα ίδια ή παρόμοια εμπορεύματα στη εδάφη της Αργεντινής, της Βραζιλίας και της Ουρουγουάης», αναφέρει μεταξύ άλλων η συμφωνία, κατά τον «Οικονομικό Ταχυδρόμο».
Πέρα από το κυρίως κείμενο της συμφωνίας, τα παραρτήματα είναι εκατοντάδες σελίδες. Και είναι σφόδρα πιθανόν και άλλες δυσάρεστες “εκπλήξεις” να αναδειχθούν΄από μια συμφωνία που συζητιόταν για είκοσι χρόνια. Τίθεται το ερώτημα για ποιο λόγο οι όποιες δυσμενείς επιπτώσεις που ανησυχούν τώρα τους αγρότες, δεν επισημάνθηκαν εγκαίρως, προκειμένου, είτε να αποτραπούν, είτε η διαπραγμάτευση να σταματήσει οριστικά, πριν φτάσει στο σημείο της “συμφωνίας”.
Στα θέματα του ελεύθερου εμπορίου, δεν είναι μόνο η “Μερκοσούρ” , η οποία διακρίνεται για το πρωτόγνωρο εύρος, με οικονομίες που εκπροσωπούν το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού και το 20% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Έχουν προηγηθεί και δεκάδες άλλες, με αποτέλεσμα η περίφημη “Κοινή Αγτοτική Πολιτική” προστασίας του αγροτικού κόσμου της ΕΟΚ και της ΕΕ στη συνέχεια, να έχει γίνει “σουρωτήρι”. Παράδειγμα η συμφωνία με τη Νέα Ζηλανδία, η οποία έχει από τις μεγαλύτερες παραγωγές αμνοερειφίων. Η συμφωνία έχει αθόρυβα επικυρωθεί από το 2023. Θα αντιληφθούμε τις συνέπειες, όταν βρεθεί ο εισαγωγέας που θα πλημμυρίσει την αγορά με φθηνά αρνάκια. Ακόμα και η Τουρκία, ενώ κατέχει την Κύπρο και απειλεί την ακεραιότητα της Ελλάδας, απολαμβάνει συμφωνία ελεύθερου εμπορίου για τα κηπευτικά της, που εισάγονται αδασμολόγητα, ακόμα και “ντοπαρισμένα” με επικινδυνα φυτοφάρμακα.
Μεγάλη είναι η ευθύνη του αγροτικού συνδικαλισμού, που σε επίπεδο τριτοβάθμιο όφειλε και μπορούσε να είχε την κατάλληλη υποδομή και τη μέριμνα να παρακολουθεί από κοντά την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων για αγροτικού ενδιαφέροντος συμφωνίες. “Αφυπνίσθηκαν” και εξέδωσαν την ανακοίνωση την οποία δημοσιεύσαμε το φθινόπωρο. Οι Γάλλοι και οι λοιποί ευρωενωσιακοί αγρότες είχαν ανησυχήσει και κινητοποιηθεί με επίκεντρο το ζήτημα αυτό από τον Ιανουάριο. Και πάλι όμως, είχε μεσολοαβήσει μεγάλο διάστημα χωρίς τη δέουσα ενημέρωση, τον έλεγχο και τις πιέσεις, με τις οποίες αρχικά μπλοκαρίστηκε η συμφωνία.
Η εξελιξη αυτή δεν θα είχε υπάρξει, αν κάποιος δεν είχε βρεθεί να την “σπρώξει”. Αναδεικνύεται η πραγματικότητα, ότι η ευρωενωσιακή γραφειοκρατία ελέγχεται και καθοδηγείται από μεγάλα συμφέροντα, τα οποία έχουν την υποδομή και τις “άκρες” να επιβάλουν τις προτεραιότητές τους. Μπορεί οι εξελίξεις να έφεραν έτσι τα πράγματα, ώστε ο γαλλικός “Σύλλογος Βιομηχάνων” που επιθυμεί την επικύρωση της συμφωνίας να είναι απολύτως απομονωμένος πολιτικά. Όμως, είναι προφανές ότι κυρίως τις δικές του επιλογές λάμβαναν υπόψη οι Γάλλοι ιθύνοντες επί τόσα χρόνια, μέχρι η υπόθεση να γίνει αντιληπτή και να ασκηθούν οι δέουσες πιέσεις στο πολιτικό σύστημα.
Οι αγρότες για να κατοχυρώσουν τα συμφερόντά τους πρέπει να πιέσουν τους εκπροσώπους τους να δημιουργήσουν τις κατάλληλες υποδομές ώστε να μπορούν να παρακολουθούν και να προλαβαίνουν τις επιλογές της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών. Το ίδιο ισχύει για τους λαούς στο σύνολό τους, οι οποίοι δεν πρέπει να επιτρέπουν να διαμορφώνονται στρατηγικές και να λαμβάνονται αποφάσεις εις βάρος τους.