Πατὴρ Ἰωάννης Καλαΐδης: «Ἡ Θεία Κοινωνία τῆς Μεγάλης Πέμπτης σκεπάζει τὸν χριστιανὸ ὅλον τὸν χρόνο»
Τὴν Μεγάλη Πέμπτη τοῦ 2002 εἶχα τὴν μεγάλη εὐλογία νὰ μεταφέρω τὸν ἅγιο Πατέρα, ἀπὸ τὸ Νοσοκομεῖο Σερρῶν ὅπου νοσηλευόταν, στὴν Θεσσαλονίκη, στὸ σπίτι τῆς κόρης του.
Ἦταν μαζί μας καὶ ἡ εὐλογημένη πρεσβυτέρα του Πολυξένη. Στὴν διάρκεια τῆς διαδρομῆς, ὁ π. Ἰωάννης μοῦ εἶπε:
«Ἡ Θεία Κοινωνία τῆς Μεγάλης Πέμπτης σκεπάζει τὸν χριστιανὸ ὅλον τὸν χρόνο, γιατί εἶναι ἡ Κοινωνία τοῦ μαρτυρίου τοῦ Χριστοῦ. Ἐὰν δὲν ἔχουμε τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸν πνευματικὸ νὰ κοινωνοῦμε καὶ τὴν Μεγάλη Πέμπτη καὶ τὴν Ἀνάσταση, τότε νὰ προτιμοῦμε νὰ κοινωνοῦμε τὴν Μεγάλη Πέμπτη!”.
Σκεπτόμενος τοὺς λόγους αὐτοὺς τοῦ Γέροντος, ἐνθυμήθηκα ὅτι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας τὴν ἡμέρα αὐτὴ κρατάει, γιὰ ὅλη τὴν χρονιά, Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ γιὰ νὰ μεταλαμβάνουν οἱ πιστοί, σὲ ἔκτακτες περιπτώσεις!
Ἐπίσης ὅτι ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία ζήτησε ἀπὸ τὸν ἅγιο Ζωσιμὰ νὰ τὴν κοινωνήσει, τὴν ἑπόμενη χρονιὰ ποὺ εἶχαν συμφωνήσει νὰ ξανασυναντηθοῦν, τὴν ἡμέρα τῆς Μεγάλης Πέμπτης!
Τέλος καὶ οἱ ἀόρατοι ἀσκητὲς τοῦ Ἁγίου Ὅρους, ὅπως διαβάζουμε στὸ Γεροντικό, ζητοῦν ἀπὸ κάποιους ἐνάρετους Ἁγιορεῖτες νὰ τοὺς μεταδώσουν τὴν Θεία Κοινωνία, τὴν ἴδια ἡμέρα!
Ἅγιοι Γέροντες, ὅπως ὁ μακαριστὸς ἅγιος Πατέρας μας Ἰωάννης Καλαΐδης, μᾶς ἄφησαν τὶς πολύτιμες αὐτὲς παρακαταθῆκες!
Νὰ μᾶς σκεπάζει πάντοτε ἡ ἁγία εὐχή τους! Ἀμήν!
Τσεσμετζὴς Μιλτιάδης-ἐκπαιδευτικός
Τί ἔκανε ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἀπὸ Μεγάλη Πέμπτη βράδυ μέχρι τὴν Ἀνάσταση
Τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα κάθε χρόνο, γιὰ νὰ συμμετέχει περισσότερο στὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἅγιος Παίσιος διάβαζε τὰ Εὐαγγέλια τῶν Παθῶν.
Ἀπὸ τὴν σύλληψη τοῦ Χριστοῦ ὡς τὴν Ἀποκαθήλωση, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν Μ. Πέμπτη τὴν νύχτα ὡς τὴν Μ. Παρασκευὴ ἑσπέρας, οὔτε καθόταν, οὔτε κοιμόταν, οὔτε ἔτρωγε.
Μάλιστα ἔλεγε ὅτι ἀξίζει περισσότερο νὰ βιάσουμε τὸν ἑαυτό μας σὲ ἀσιτία αὐτὸ τὸ διήμερο (Μ. Παρασκευῆς, Μ. Σαββάτου) παρὰ τὸ τριήμερο (τῆς Καθαρᾶς Ἑβδομάδος). Μόνο ἔπινε λίγο ξύδι, γιὰ νὰ θυμηθεῖ τὸ Δεσποτικὸ ὄξος. Αὐτὲς τὶς μέρες δὲν ἄνοιγε σὲ κανέναν. Ἔμενε κλεισμένος στὸ Κελί του καὶ οὔτε τοῦ ἔκανε καρδιὰ νὰ ψάλει. «Πρώτη φορὰ ἔνιωσα μιὰ τέτοια κατάσταση», εἶπε τελευταῖα στὴν “Παναγούδα”.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Βίος Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου», Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, ἐκδ. Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος
Τρεῖς ἀφανεῖς ἀναχωρητὲς Ἅγιοι τοῦ Ἄθωνα καὶ ὁ ἄγγελος ποὺ τοὺς ὑπηρετοῦσε
Ὁ μακάριος Γέρων, παπᾶ Γρηγόριος (†1899) διηγόταν στὰ τελευταῖα του τὸ ἕξης περιστατικό, σχετικὰ μὲ τὸ λεγόμενο ὅτι στὸν καιρό μας δὲν ὑπάρχουν ἄνθρωποι ἀγωνιστές, ὅπως οἱ παλαιοὶ Πατέρες.
Λειτουργοῦσα, ἔλεγε, τὴν Μεγάλη Πέμπτη, καὶ πρὸς τὸ τέλος τῆς Λειτουργίας παρουσιάστηκε στὸ ναύδριον τῆς Καλύβας μου ἕνας νέος μοναχὸς βαστῶντας ἀναμμένο φαναράκι. Ἀφοῦ μπῆκε στὸ Ἱερὸ Βῆμα μου εἶπε, «νὰ μὴ καταλύσεις ὅλην τὴν κοινωνίαν, ἅγιε Πνευματικέ.
Εἶναι ἀνάγκη νὰ ἔλθεις, νὰ κοινωνήσεις τρεῖς ἀδελφούς, ποὺ μένουν ἐδῶ πιὸ πάνω. Γι’ αὐτὸ ἦλθα νὰ σὲ πάρω».
Συμμορφώθηκα χωρὶς νὰ ρωτήσω περισσότερα, καὶ βαδίζοντας αὐτὸς ἐμπρός, ἐγὼ ἀκολουθοῦσα βαστῶντας τὰ ἅγια Μυστήρια. Μετὰ ἀπὸ λίγο καὶ παρ’ ὅλο τὸν ἀπότομο ἀνήφορο καὶ τὴν γεροντική μου ἡλικία, φτάσαμε σὲ ἕνα εὐρύχωρο σπήλαιο, στὸ ὁποῖο μᾶς ἀνέμεναν τρεῖς ἀδελφοὶ μοναχοί.
Ἐκοινώνησαν ἀμέσως καὶ ἀφοῦ μὲ εὐχαρίστησαν, μοῦ εἶπαν παρακλητικὰ «νὰ ἔλθεις καὶ τοῦ χρόνου, ἅγιε πάτερ, τὴν Μεγάλην Πέμπτην νὰ μᾶς κοινωνήσης. Ὅμως νὰ μὴν πεῖς τίποτε σὲ κανένα γι’ αὐτό, καὶ ὅ,τι εἶδες ἐδῶ».
Ἐννοεῖται ὅτι ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἶδα καὶ ἄκουσα δὲν ρώτησα τίποτε, καὶ μὲ τὴ συνοδεία τοῦ νέου κατέβηκα λίγο. Καὶ ἀφοῦ ἐκεῖνος ἔβαλε μετάνοια καὶ ἀσπάστηκε τὸ ἅγιο ἀρτοφόριο μὲ κατευόδωσε, λέγοντας ὅτι θὰ ἐπιστρέψει.
Ἀφοῦ περπάτησα λίγο, κοίταξα πίσω γιὰ νὰ τὸν δῶ νὰ ἀνεβαίνει, ἀλλὰ δὲν φαινόταν. Ὅλα αὐτὰ μὲ συγκλόνισαν, τηρῶντας ὅμως τὴν ἐντολήν τους δὲν εἶπα τίποτε σὲ κανένα.
Τί συνέβη ὅμως; Στὴν Σκήτη μας συνηθίζεται ὅπως τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου νὰ συγκεντρώνωνται ὅλοι οἱ Πατέρες γιὰ τὴν ἀγρυπνία τῶν Βαΐων στὸ Καθολικό [ὁ κεντρικὸς ναὸς τῆς σκήτης], σύμφωνα μὲ τὸ «Σήμερον ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡμᾶς συνήγαγε».
Τὸ πρωὶ δὲ τῆς Κυριακῆς, κατὰ τὴ συνήθεια, ἀνεβήκαμε ὅλοι οἱ λειτουργοὶ καὶ οἱ Γέροντες τῶν Καλυβῶν στὸ Συνοδικὸ γιὰ κέρασμα καὶ μετὰ ἀναχώρηση καθενός μας στὰ ἴδια. Ἐκεῖ γενομένης πνευματικῆς συνομιλίας, κάποιος ἀπὸ τὴν ὁμήγυρη εἶπε, «πὼς ἐξέπεσε ἡ καλογηρικὴ σήμερα, δὲν ὑπάρχουν ἀναχωρητὲς Πατέρες, ὅπως τὸν παλαιὸν καιρόν».
Τότε ἀπὸ ἀπροσεξία ἢ γιατί παρασύρθηκα, εἶπα καὶ ἐγώ, «καὶ σήμερα ὑπάρχουν χάριτι Χριστοῦ»! Καὶ σὲ ἐρώτηση ποῦ, «νὰ ἐδῶ ἐπάνω στὸν Αἴμονα (πρόβουνο τοῦ Ἄθω)» καὶ ἔδειξα καὶ μὲ τὸ χέρι μου.
Σὲ ὅλους ἔκαμε αἴσθηση ἡ ὁμολογία μου, ἀλλὰ δὲν μὲ ρώτησαν περισσότερα, διότι ἦταν κατάκοποι ἀπὸ τὴν ὁλονύκτια ἀγρυπνία καὶ ἐξαντλημένοι ἀπὸ τὴν νηστείαν τῆς Τεσσαρακοστῆς ἔσπευδαν νὰ ἀναχωρήσουν. Μεταμελημένος γιὰ τὴν ἀποκάλυψη μοῦ ἀναχώρησα καὶ ἐγὼ γιὰ τὸ ἐρημητήριό μου.
Τὴν Μεγάλη Πέμπτη κατὰ τὴ λειτουργία φάνηκε καὶ πάλιν ὁ νέος μοναχός, καὶ διὰ νεύματος μοῦ ἐξήγησε τὸν σκοπό. Ὅταν τέλειωσε ἡ λειτουργία ἔλαβα τὰ ἅγια καὶ ἀκολουθῶντας τὸν φτάσαμε καὶ πάλιν στὸ σπήλαιον.
Ἀφοῦ μετέλαβαν τῶν ἀχράντων Μυστηρίων, ὁ γεροντότερος ἀπὸ αὐτούς μου εἶπε, «διατί, ἅγιε Πνευματικέ, παρέβης τὴν ἐντολήν μας καὶ μᾶς ἀποκάλυψες εἰς τοὺς ἀδελφούς»;
Καὶ ἀφοῦ ἐγὼ δὲν ἀποκρινόμουν, «δὲν πειράζει», εἶπε, «ἀλλὰ διὰ τὴν ἀπερίσκεπτη αὐτὴν φλυαρία σου νὰ μὴ ἔλθεις τοῦ χρόνου μὲ τὰ ἅγια μυστήρια. Ἐὰν δὲ ἔλθεις, θὰ μᾶς βρεῖς, ὅπως θέλει ὁ πανάγαθος Θεός, ἀλλὰ σὲ παρακαλοῦμεν νὰ μὴ μᾶς ἀποκαλύψεις καὶ πάλιν».
Ἔφυγα μόνος μου πλέον καὶ ἔκπληκτος διὰ τὰ παράδοξα ταῦτα πρόσωπα καὶ πῶς ἔμαθαν τὰ λεχθέντα ἀπὸ μένα στὸ Κυριακὸ τῆς Σκήτης καὶ κατέληξα στὸ συμπέρασμα ὅτι πρόκειται περὶ ἁγίων ἀνδρῶν. Τὸ ἑπόμενο ἔτος ἀφοῦ πῆρα μόνον ἀντίδωρο καὶ ἁγιασμό, ἀνέβηκα μὲ μεγάλο κόπο στὸ σπήλαιον καὶ τοὺς βρῆκα καὶ τοὺς τρεῖς νεκρούς.
Ἀσφαλῶς ὁ νέος ἦταν ἄγγελος Κυρίου ποὺ τοὺς ὑπηρετοῦσε. Ἦσαν τακτοποιημένοι ὅπως ταιριάζει σὲ ὕπτια στάσει καὶ μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα στὸ στῆθος.
Γονάτισα καὶ τὰ ἀσπάστηκα, ὅπως καὶ τὰ μέτωπά των, καὶ ὅπως συμπέρανα ἀπὸ τὴν ξηρότητα τῶν ἁγίων λειψάνων των, εἶχαν φύγει γιὰ τὶς αἰώνιες μονὲς τὴν ἴδια ἡμέρα τῆς Μεγάλης Πέμπτης, ὅταν δηλαδὴ εἶχαν μεταλάβει τῶν ἀχράντων Μυστηρίων.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἀρχιμανδρίτη Γαβριὴλ Διονυσιάτη, «Ἀπὸ τὸν κῆπο τοῦ παπποῦ,
Ἁγιορείτικες διηγήσεις» τῶν ἐκδόσεων “Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας”
Συντάκτης