γ. Βασίλειος Καυσοκαλυβίτης: «Μὴν ποδοπατεῖτε τὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ ἔμβλημα τοῦ Βυζαντίου. Δὲν τὰ βλέπετε;»
Προσεύχεσθε καὶ προσέχετε. Μὴν ξελογιαστεῖτε ἀπὸ τὴν παναίρεση τοῦ Πάπα καὶ ἀπὸ κάθε αἵρεση. Θὰ δεῖτε ἐδῶ στὴ Θεσσαλονίκη καὶ σ’ ἄλλες πόλεις νὰ γίνονται συλλείτουργα, ἀναµεµειγµένοι µετὰ τῶν αἱρετικῶν. Μὴν ξεγελιέστε ἀπὸ τὰ ὄµορφα λόγια τους καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τῆς ἐκµετάλλευσης καὶ τῆς προδοσίας. Οἱ πτώσεις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τρεῖς:
-Ἡ πρώτη του Ἀδὰµ ἦταν αἰτία τῆς ἐξορίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν παράδεισο.
-Ἡ δεύτερη τοῦ Ἰούδα ἦταν προδοσία.
-Ἡ τρίτη τοῦ Πάπα εἶναι προδοσία καὶ πτῶσις ἀπὸ τὴν ὀρθοδοξία. Εἶναι πρόδροµος τοῦ ἀντιχρίστου.
Εἰσέλθετε εἰς τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, εἰς τὴν εὐθείαν ὁδόν, τὴν λευκὴν ὁδὸν τῆς σωτηρίας. Στενὴ µέν, ἀλλὰ πλουσία. Στενὴ µέν, ἀλλὰ σωτήριος. Δία τῆς στενῆς ὁδοῦ πάντες σωθήσονται. Ναί, ἀγάπη ἀγαθοσύνης καὶ ὄχι ἀγάπη προδοσίας. Εἴπατε τοῖς ἀνθρώποις, ἤγγικεν ὁ καιρός, µετανοεῖτε, µετανοεῖτε καὶ προσεύχεσθε. Μὴν καταπατεῖτε τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου καὶ τὰ Πάθη Του. Ἐποιήσατε τὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ οἶκο διαλαλιᾶς, καταλαλιᾶς καὶ ἑτέρων φαύλων συζητήσεων. Γιατί ἐθελοτυφλεῖτε; Δὲν βλέπετε τὸν Σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ στὰ δάπεδα, στὰ στρωσίδια; Διατὶ ποδοπατεῖτε αὐτόν; Οἱ Ἅγιοι ἔδωσαν τὸ αἷµα τους διὰ τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου καὶ σεῖς τὸν ποδοπατεῖτε. Δικαιολογεῖστε, φαυλολογεῖτε µὲν καὶ δὲ διὰ ὀλίγα ἀργύρια. Ἄρατε τὰ τίµια στρωσίδια ἐκ τῶν δαπέδων, µὴν ποδοπατεῖτε τὸν Σταυρόν, µὴν ποδοπατεῖτε τὸ ἔµβληµα τοῦ Βυζαντίου, τὴν σηµαία τῆς ἐκκλησίας µας (τὸ λάβαρο), ποὺ ἀπὸ τὴ µία τὸ ἔχουµε στὸν στύλο στὶς ἐκκλησίες καὶ ἀνεµίζει, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ ποδοπατοῦµε στοὺς διαδρόµους καὶ στὰ χαλιὰ τῶν ἐκκλησιῶν. Στὴ µέση ὁ ἴδιος ὁ δικέφαλος εἶναι σταυρὸς καὶ ἔχει γύρω-γύρω στὸν κύκλο εἴκοσι τέσσερις σταυρούς.
Ποδοπατοῦµε τὸν δικέφαλο, ποδοπατοῦµε σὲ ἄλλες περιπτώσεις τὴν ἀπεικόνιση τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, λὲς καὶ χαθήκανε τὰ σχέδια καὶ δὲν ὑπάρχουν ἄλλα γιὰ νὰ βάλουν.
Λυπεῖται ὁ Κύριος καὶ ἡ µήτηρ Αὐτοῦ καὶ µητέρα ἡµῶν. Νὰ σέβεσθε τὰ τίµια, τὰ ἅγια καὶ σεπτὰ ἀντικείµενα, στρωσίδια καὶ ἐνδύµατα. Ἔχουµε νὰ δοῦµε πολλὰ διὰ τὰ κακά µας ἔργα. Μέλλει ἀναβλύσει ἐκ τῆς γῆς φλόγα µεγίστη, ἵνα κατακαύσει ἀπίστους, ὁµοὺ µετὰ τῶν προβατόσχηµων ἰδικῶν µας. Θὰ ρίψει ὁ Θεὸς ἀπ’ οὐρανοῦ καταρράκτην οὐχὶ µόνον πλήρη ὕδατος, ἀλλὰ καὶ χώµατος καὶ ὄφεων.
Ἡ Ἑλλὰς θὰ ὑποστεῖ τὰ πάντα, διότι διάγουν κακῶς καὶ διεστραµµένως πρὸς τὸν Κύριον. Μετανοεῖστε, µετανοεῖστε, γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, γιὰ νὰ µᾶς λυπηθεῖ ὁ Θεὸς καὶ νὰ ἀποτρέψει πᾶν κακόν. Ἀπῆλθε ὁ χρόνος ὁ ἀπαιτούµενος καὶ ὁ Θεὸς θὰ κολοβώσει τὰς ἡµέρας. Κάποιοι ἄνθρωποι, σφάλλοντες, ἀγνώµονες παραποίησαν καὶ ἔγραψαν φαῦλα στὴν Βίβλο (Καινὴ Διαθήκη). Ἐποίησαν κακῶς θέτοντες αἰσχρᾶς σελίδας ἐπ’ αὐτῆς. Προσέχετε, µὴν πιστεύετε εἰς αὐτὰ τὰ ὁποῖα γράφουν, ὅτι εἶναι γεγραµµένα ἐκ τῶν ἐχθρῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Εἶναι γεγραµµένα ἀπὸ σφάλλοντες προβατόσχηµους λύκους καὶ πονηρὲς ἀλεποῦδες (γυναῖκες πονηρὲς καὶ ἄνδρες ποὺ φοροῦν τὴν προβιὰ τοῦ προβάτου, ἀλλὰ εἶναι λύκοι). Νὰ διαβάζετε τὸ ἀρχαῖο κείµενο τὸ ὀρθὸ καὶ ὄχι τὸ παραποιηµένο. Οὔτε µία κεραία (τόνο) εἶπε ὁ Κύριος νὰ µὴν ἀλλάξουµε καὶ αὐτοὶ ἀλλάξανε ὁλόκληρο τὸ κείµενο.
Μετάφραση µαζὶ µὲ τὸ πρωτότυπο ναί, ἀπόδοση ὄχι. Αὐτὸ εἶναι αἵρεση.
Ὅταν ἤµουνα στὸ µοναστήρι στὴν Κλεισούρα τῆς Καστοριᾶς, µὲ εἰδοποίησε ὁ Μητροπολίτης Γρηγόριος καὶ µοῦ εἶπε ὅτι θὰ ἔρχονταν εἴκοσι πέντε ἱερεῖς καὶ µεταξὺ αὐτῶν καὶ κάποιοι θεολόγοι λαϊκοί, τοὺς ὁποίους θὰ ἔπρεπε νὰ προσέξω. Ἀφοῦ τοὺς κεράσαµε τὸ ἁγιορείτικο κέρασµα (καφέ, λουκούµι καὶ τσίπουρο), τὰ ὁποῖα ἑτοίµασε ἡ βλάχα, δηλ. ἡ γυναίκα τοῦ ἐπιστάτη, ἄρχισαν νὰ µιλᾶνε. Κάποιος ἱερέας ρώτησε τί θὰ γίνει µὲ τὴν Καινὴ Διαθήκη, δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ τὴν ἁπλοποιήσουµε, νὰ γραφτεῖ στὴν δηµοτική; Καὶ ἕνας θεολόγος ὅλο χαρὰ εἶπε: “Ναί, αὐτὸ τὸ θέµα τὸ ἐξετάζουµε γιὰ νὰ τὸ ἐφαρµόσουµε”.
-“Λάθος µεγάλο”, τοῦ εἶπα. “Δὲν ἔχεις διαβάσει στὰ Εὐαγγέλια τί λέγει ὁ Κύριος; Οὔτε ἕνα κόµµα, οὔτε µία κεραία δὲν πρέπει νὰ ἀλλαχτεῖ καὶ ἐσεῖς θέλετε νὰ τὴν ἀλλάξετε ὅλη;”
-“Μὰ, Γέροντα, τὸ κάνουµε γιὰ νὰ τὸ καταλαβαίνει ὁ κόσµος, ἀπὸ ἀγάπη”.
-“Ἐάν ἀγαπᾶς, ὅπως λές, τὸν κόσµο, νὰ τὰ πεῖς ἀπὸ τὸν ἄµβωνα. Τόσα χρόνια ὁ κόσµος τὰ καταλαβαίνει καὶ τώρα µὲ τόση µόρφωση δὲν µπορεῖ νὰ τὰ καταλάβει; Ἂν θέλετε νὰ τὰ ἐξηγήσετε, γιὰ νὰ τὰ καταλάβει ὁ κόσµος, ἀπὸ τὸν ἄµβωνα νὰ τοὺς τὰ πεῖτε”.
Ἐκεῖ σταµάτησε ἡ συζήτηση καὶ φύγανε.
Πηγή: “Γέρων Βασίλειος Καυσοκαλυβίτης, Νουθεσίες – Διδαχές”, Ζτούπα Καλλιόπη, ἐκδ. Ἀγαθὸς Λόγος, τόμ.Δ, σελ. 37-40
Συντάκτης